Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

τοῖς ὅρκοις

См. также в других словарях:

  • ACHELOUS — I. ACHELOUS Acarnaniae in Epirô fluv. Straboni, ab Acheloô Rege sic dictus. a Pindô oriens, et Aetoliam ab Acarnaniâ dividens in sinum Maliacum defluit. Aspropotamo Sophiano. Catochi, Nigro. Geromlea, Kyriaco Anconitano. Thoas olim incolis a… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • επισυναινώ — ἐπισυναινῶ, έω (Α) συγκατατίθεμαι, επιδοκιμάζω («τοῑς ὅρκοις ἐπισυναινέσαντος τοῡ πλήθους», Ιώσ.) …   Dictionary of Greek

  • πιστώνω — πιστῶ, όω, ΝΑ [πιστός] νεοελλ. 1. δίνω σε κάποιον χρήματα ή τού προμηθεύω εμπορεύματα επί πιστώσει, ανοίγω πίστωση σε κάποιον 2. καταχωρίζω στα λογιστικά βιβλία τής επιχείρησης και σε όφελος τού προσωπικού λογαριασμού κάποιου χρηματικό ποσό… …   Dictionary of Greek

  • πίστη — η / πίστις, εως, ΝΜΑ, ιων. τ. γεν. ιος, Α 1. η αφηρημένη έννοια τού πιστεύω, η παραδοχή ενός πράγματος ως αληθινού, εμπιστοσύνη 2. η υποκειμενική βεβαιότητα σχετικά με ένα πράγμα ή μια κατάσταση 3. η εμπορική υπόληψη, το να θεωρεί κανείς ότι… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»